Κατά την αρχαιότητα, σύμφωνα με ιστορικές πληροφορίες, η Πάρνηθα δεν ήταν απάτητο βουνό. Οι φρουροί που περιπολούσαν, οι κυνηγοί που απολάμβαναν τα θηράματά της, οι λάτρεις του Δία και του Θεού των Δασών (του Πάνα), αλλά και οι "ανθρακείς" των περιοχών Φυλής και Αχαρνών, σίγουρα την είχαν κατακτήσει.
Η oνομασία της έχει συγγενή ρίζα με τον Πάρνωνα και τον Παρνασσό. Για πρώτη φορά εμφανίζεται σε κείμενο του κωμικού Αντιφάνη κατά τον 4° π.Χ. αιώνα, όπου αναφέρεται ως Πάρνης.
Πλήθος ιστορικές μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα ότι κατοικούνταν και ήταν πολυσύχναστη από τους Μυκηναϊκούς ακόμα χρόνους.
Κατά την αρχαιότητα υπήρχαν αρκετοί δήμοι και οικισμοί γύρω από την Πάρνηθα, όπως της Αιθαλίας, των Μελαινών, της Φυλής, της Κρωπιάς, των Χαστιέων, των Αχαρνών, των Παιονιδών, της Δεκέλειας, των Αφιδνών, της Σφενδάλης κ.α. Πάνω στην Πάρνηθα υπήρχαν και μικροί αγροτικοί οικισμοί, στη Φυλή, στο Μπόρσι, στο Παλιοχώρι Ρουμάνι, στην Κούμπουλα κ.α.
Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην Πάρνηθα (αόριστα) υπήρχε χάλκινο άγαλμα του Παρνήθιου Δία και βωμός του Σημαλέου Δία. Για το άγαλμα του Δία έχουν γίνει πάρα πολλές υποθέσεις, όπως και στην περίπτωση των αγαλμάτων της Αθηνάς στην Πεντέλη και του Δία στον Υμηττό, γιατί δε βρέθηκαν καθόλου ίχνη τους. O βωμός του Σημαλέου Δία πιστεύεται ότι ήταν στο Άρμα, όπου βρέθηκαν και πολλά θραύσματα κεραμιδιών.
Επειδή το Άρμα είναι ορατό από την Ακρόπολη και την Πνύκα, οι ειδικοί ερμηνευτές των θελήσεων του Δία, οι Πυθαϊστές, παρατηρούσαν, επί τρεις ημέρες και νύκτες κάθε μήνα και για ένα τρίμηνο, την κορυφή του για να διακρίνουν χαρακτηριστικά καιρικά σημεία (π.χ. αστραπή) ώστε ν' αρχίσουν το ξεκίνημα της Πυθαίδος, δηλαδή το ξεκίνημα της πομπής για τους Δελφούς.
Στην Πάρνηθα υπήρχε επίσης, κατά τον Παυσανία, και άλλος βωμός του Δία που τον λάτρευαν οι Αθηναίοι άλλοτε σαν όμβριο (γιατί ρύθμιζε τις βροχές) και άλλοτε σαν απήμιο (γιατί απομάκρυνε τα κακά).
Η Πάρνηθα είχε τα περισσότερα αρχαία φρούρια και πύργους απ' όλα τα ελληνικά βουνά.
Η σπουδαιότητα της Πάρνηθας είναι φανερή από τη θέση που κατέχει ως προπύργιο της Αττικής από βόρειες επιθέσεις. Έτσι, μαζί με τα συνεχόμενα βουνά Πατέρας και Κιθαιρώνας, αποτελεί ένα φυσικό τείχος μήκους 60 χιλ., που αρχίζει από τον Ευβοϊκό Κόλπο και καταλήγει στον κόλπο των Μεγάρων.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους, αλλά και παλαιότερα, η Πάρνηθα ήταν αρκετά οχυρωμένη με φρούρια και πύργους που μετέδιδαν με φωτεινά σήματα στρατιωτικές πληροφορίες.
Αξιόλογα φρούρια ήταν της Πάνακτου, της Φυλής, του Κατσιμιδίου και της Δεκέλειας, για τα οποία γίνεται λόγος σε ιστορικές αφηγήσεις και γεγονότα. Επίσης ως οχυρωμένες θέσεις και πύργοι εμφανίζονται το Λειψίδριο, και ο πύργος του Λοιμικού
Έτσι, η Πάρνηθα εμφανίζεται ως το πιο οχυρωμένο βουνό της αρχαίας Ελλάδας.
Στη Δεκέλεια ήταν και ο τάφος του αρχαίου τραγικού ποιητή Σοφοκλή, ο οποίος κατάγονταν από εκεί και ζήτησε να τον θάψουν, όπως και έγινε, κοντό στο δρόμο που οδηγούσε από την Αθήνα στη Δεκέλεια. Πάνω στο τάφο του οι Αθηναίοι έστησαν χάλκινο χελιδόνι σε ανάμνηση της γλυκιάς του ποίησης. Τέλος, αρχαίοι οικισμοί εντοπίστηκαν κοντά στην πηγή Ρουμάνι (Βυζαντινός) στη Θέση Μπόρσι, στο Παληοχώρι και στη Θέση Χάνι Κοκίνη. Ακόμα, υπάρχουν ευρήματα αρχαίων υδραγωγείων στα ρέματα Γκούρας και Θοδώρας και λείψανα αρχαίου τείχους μεταξύ των κορφών Κυράς και Κεραμιδίου.
Πηγή:Ν.Νέζη "Τα βουνά της Αττικής"
Η oνομασία της έχει συγγενή ρίζα με τον Πάρνωνα και τον Παρνασσό. Για πρώτη φορά εμφανίζεται σε κείμενο του κωμικού Αντιφάνη κατά τον 4° π.Χ. αιώνα, όπου αναφέρεται ως Πάρνης.
Πλήθος ιστορικές μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα ότι κατοικούνταν και ήταν πολυσύχναστη από τους Μυκηναϊκούς ακόμα χρόνους.
Κατά την αρχαιότητα υπήρχαν αρκετοί δήμοι και οικισμοί γύρω από την Πάρνηθα, όπως της Αιθαλίας, των Μελαινών, της Φυλής, της Κρωπιάς, των Χαστιέων, των Αχαρνών, των Παιονιδών, της Δεκέλειας, των Αφιδνών, της Σφενδάλης κ.α. Πάνω στην Πάρνηθα υπήρχαν και μικροί αγροτικοί οικισμοί, στη Φυλή, στο Μπόρσι, στο Παλιοχώρι Ρουμάνι, στην Κούμπουλα κ.α.
Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην Πάρνηθα (αόριστα) υπήρχε χάλκινο άγαλμα του Παρνήθιου Δία και βωμός του Σημαλέου Δία. Για το άγαλμα του Δία έχουν γίνει πάρα πολλές υποθέσεις, όπως και στην περίπτωση των αγαλμάτων της Αθηνάς στην Πεντέλη και του Δία στον Υμηττό, γιατί δε βρέθηκαν καθόλου ίχνη τους. O βωμός του Σημαλέου Δία πιστεύεται ότι ήταν στο Άρμα, όπου βρέθηκαν και πολλά θραύσματα κεραμιδιών.
Επειδή το Άρμα είναι ορατό από την Ακρόπολη και την Πνύκα, οι ειδικοί ερμηνευτές των θελήσεων του Δία, οι Πυθαϊστές, παρατηρούσαν, επί τρεις ημέρες και νύκτες κάθε μήνα και για ένα τρίμηνο, την κορυφή του για να διακρίνουν χαρακτηριστικά καιρικά σημεία (π.χ. αστραπή) ώστε ν' αρχίσουν το ξεκίνημα της Πυθαίδος, δηλαδή το ξεκίνημα της πομπής για τους Δελφούς.
Στην Πάρνηθα υπήρχε επίσης, κατά τον Παυσανία, και άλλος βωμός του Δία που τον λάτρευαν οι Αθηναίοι άλλοτε σαν όμβριο (γιατί ρύθμιζε τις βροχές) και άλλοτε σαν απήμιο (γιατί απομάκρυνε τα κακά).
Η Πάρνηθα είχε τα περισσότερα αρχαία φρούρια και πύργους απ' όλα τα ελληνικά βουνά.
Η σπουδαιότητα της Πάρνηθας είναι φανερή από τη θέση που κατέχει ως προπύργιο της Αττικής από βόρειες επιθέσεις. Έτσι, μαζί με τα συνεχόμενα βουνά Πατέρας και Κιθαιρώνας, αποτελεί ένα φυσικό τείχος μήκους 60 χιλ., που αρχίζει από τον Ευβοϊκό Κόλπο και καταλήγει στον κόλπο των Μεγάρων.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους, αλλά και παλαιότερα, η Πάρνηθα ήταν αρκετά οχυρωμένη με φρούρια και πύργους που μετέδιδαν με φωτεινά σήματα στρατιωτικές πληροφορίες.
Αξιόλογα φρούρια ήταν της Πάνακτου, της Φυλής, του Κατσιμιδίου και της Δεκέλειας, για τα οποία γίνεται λόγος σε ιστορικές αφηγήσεις και γεγονότα. Επίσης ως οχυρωμένες θέσεις και πύργοι εμφανίζονται το Λειψίδριο, και ο πύργος του Λοιμικού
Έτσι, η Πάρνηθα εμφανίζεται ως το πιο οχυρωμένο βουνό της αρχαίας Ελλάδας.
Στη Δεκέλεια ήταν και ο τάφος του αρχαίου τραγικού ποιητή Σοφοκλή, ο οποίος κατάγονταν από εκεί και ζήτησε να τον θάψουν, όπως και έγινε, κοντό στο δρόμο που οδηγούσε από την Αθήνα στη Δεκέλεια. Πάνω στο τάφο του οι Αθηναίοι έστησαν χάλκινο χελιδόνι σε ανάμνηση της γλυκιάς του ποίησης. Τέλος, αρχαίοι οικισμοί εντοπίστηκαν κοντά στην πηγή Ρουμάνι (Βυζαντινός) στη Θέση Μπόρσι, στο Παληοχώρι και στη Θέση Χάνι Κοκίνη. Ακόμα, υπάρχουν ευρήματα αρχαίων υδραγωγείων στα ρέματα Γκούρας και Θοδώρας και λείψανα αρχαίου τείχους μεταξύ των κορφών Κυράς και Κεραμιδίου.
Πηγή:Ν.Νέζη "Τα βουνά της Αττικής"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.