Το έθιμο του Κλήδονα – Καίνε τα στεφάνια της πρωτομαγιάς
Η Πρωτομαγιά από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι ημέρα γιορτής, χαράς, ημέρα της άνοιξης.
Οι αρχαίοι Έλληνες καλωσόριζαν την Άνοιξη με άνθη και στο πέρασμα των αιώνων κάθε τόπος τιμούσε αυτή την ημέρα με το δικό του ξεχωριστό τρόπο.
Στη Ρόδο, οι κάτοικοι στην πόλη αλλά και σε όλα τα χωριά, καλωσόριζαν την άνοιξη αρχίζοντας το έθιμο του Κλήδονα. Κάθε σπίτι, κάθε νοικοκυριό έφτιαχνε το δικό του στεφάνι από λουλούδια την ημέρα την πρωτομαγιάς με λουλούδια από τους κήπους και τους αγρούς.
Το στεφάνι αυτό, το διατηρούσαν στην εξώπορτα του σπιτιού τους μέχρι και τις 23 Ιουνίου.
Στις 23 Ιουνίου, παραμονή του Άη Γιάννη, κάθε νοικοκυριό έπαιρνε το πρωτομαγιάτικο στεφάνι του και συγκεντρώνονταν όλοι μαζί στην πλατεία του χωριού.
Μετά τη δύση του ηλίου, τα αγόρια άναβαν μια μεγάλη φωτιά σε κάθε γειτονιά και έκαιγαν τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια που έφερναν ως προσάναμμα.
Οι νέοι και τα παιδιά κυρίως αλλά και όποιος άλλος ήθελε, πηδούσε πάνω από τις φλόγες και από μέσα του έκανε κρυφές ευχές. Στη Ρόδο συνήθιζαν να λένε πως είναι η γιορτή του Άη Γιάννη του Καλαφουνιάρη και άναβαν τους καλαφούνους.
Το πέρασμα πάνω από τη φωτιά, σήμαινε ότι ξόρκιζαν το κακό, τις ευδαιμονίες και εύχονταν για να είναι γεροί και υγιείς και έπρεπε να πηδήσουν τρεις φορές. Το πέρασμα πάνω από τη φωτιά θα τους χάριζε υγεία και ευτυχία, καθώς η φωτιά είχε καθαρτική δύναμη.
Η ημερομηνία ήταν σημαδιακή και σημαντική καθώς, στις 24 Ιουνίου άρχισε μια νέα περίοδος και δύσκολη για τους γεωργούς λόγω της ζέστης και των κλιματικών αλλαγών, συνέπιπτε με τη θερινή τροπή του ήλιου, έτσι διασώθηκε το αρχαίο έθιμο στο χρόνο και άναβαν τις φωτιές για να αρχίσει με το καλό η περίοδος από εκεί και πέρα.
Μόλις τελείωνε το έθιμο του κλείδονα με τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια, οι κοπέλες ελεύθερες και ανύπαντρες πήγαιναν έπαιρναν νερό από το πηγάδι και το τοποθετούσαν μέσα σε ένα χάλκινο δοχείο σε ένα συγκεκριμένο σπίτι.
Αυτό ήταν το έθιμο του αμίλητου νερού. Την ονομασία του την πήρε διότι κατά τη μεταφορά του νερού τα κορίτσια δεν έπρεπε να μιλήσουν μέχρι να φτάσουν σπίτι, παρά τα πειράγματα των αγοριών.
Όποια μιλούσε, έχυνε το νερό και έπρεπε να γυρίσει να το ξαναγεμίσει. Όταν τοποθετούσε το νερό στο δοχείο η κάθε κοπέλα, έβαζε και μια μικρή ανθοδέσμη για να αναγνωρίζει ότι είναι η δική της και μετά επέστρεφε σπίτι της.
Λέγεται πως εκείνο το βράδυ έβλεπαν στο όνειρο τους, τον μελλοντικό αγαπημένο τους.
Όταν γέμιζε το δοχείο, το σκέπαζαν με ένα κόκκινο πανί κι έλεγαν όλες μαζί «Κλειδώνουμε τον κλήδονα με τ΄ Αγιαννιού την χάρη κι όποια έχει καλό ριζικό, να δώσει να τον πάρει».
Το δοχείο έμενε το βράδυ έξω από το σπίτι για να το βλέπουν τα άστρα και το πρωί πριν το δει ο ήλιος έμπαινε και πάλι μέσα στο σπίτι.
Μετά τη θεία λειτουργία του Άη Γιάννη, ένα κορίτσι και ένα αγόρι άνοιγαν κι έβγαζαν όλες τις ανθοδέσμες από το δοχείο τραγουδώντας «Ανοίξατε τον κλήδονα να βγει η χαριτωμένη κι όπου πάει να σταθεί, να είναι κερδισμένη”.
Για κάθε ανθοδέσμη που έβγαζαν, τραγουδούσαν κι ένα δίστιχο σχετικό με το γάμο, μια μαντινάδα που προφήτευε τον γάμο της.
Ο περίγυρος έδινε διάφορες ερμηνείες και προφητικά σχόλια για την μαντινάδα που τύχαινε σε κάθε κοπέλα.
Ετυμολογία λέξης «Κλήδονας»: Η λέξη «κλήδων» αναφέρεται από πολύ παλιά στον Όμηρο κ.α., και σημαίνει το προμήνυμα, τον ήχο που σε προειδοποιεί για κάτι, σημαίνει προφητεία, μαντεία.