Το Boccia (ελλ. Μπότσια) αποτελεί Παραολυμπιακό άθλημα, είναι, δηλαδή, ένα από τα τρία αθλήματα των Παραολυμπιακών Αγώνων που δεν έχει αντίστοιχο Ολυμπιακό άθλημα. Έχει σχεδιαστεί ώστε να παίζεται από άτομα με εγκεφαλική παράλυση ή άλλη κινητική αναπηρία, τα οποία χρησιμοποιούν αναπηρικό αμαξίδιο. Το άθλημα παίζεται τόσο σε επίπεδο αναψυχής όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο. Απαιτεί αυτοσυγκέντρωση, συντονισμό, ακρίβεια, ομαδικότητα, συνεργασία και στρατηγική.
Λέγεται ότι το παιχνίδι ξεκίνησε να παίζεται στην Αρχαία Ελλάδα, με τους διαγωνιζόμενους να πετάνε μεγάλες πέτρες (τα βότσαλα > Μπότσια, διεθνώς Boccia) σε μια πέτρα - στόχο. Στις μέρες μας, το Boccia γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη σε περισσότερες από 40 χώρες παγκοσμίως. Συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά στο πρόγραμμα των Παραολυμπιακών Αγώνων της Νέας Υόρκης, το 1984. Από τότε και έπειτα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι κάθε Παραολυμπιάδας!
Διοικητική αρχή για το άθλημα αποτελεί Διεθνής Ένωση Άθλησης και Ψυχαγωγίας Ατόμων με Εγκεφαλική Παράλυση (CPISRA). Στην Ελλάδα υπεύθυνη για την ανάπτυξη του αθλήματος είναι η Εθνική Αθλητική Ομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρίες (ΕΑΟΜ-ΑμεΑ).
Το παιχνίδι
Το Boccia παίζεται ατομικά, σε ζευγάρια ή σε ομάδες των τριών. Σκοπός του παιχνιδιού είναι να ρίξουν οι παίκτες την δερμάτινη μπάλα τους (χρώματος κόκκινου ή μπλε) όσο πιο κοντά μπορούν στη λευκή μπάλα - στόχο που καλείται "Jack". Η Jack ρίχνεται πρώτη, ενώ στη συνέχεια οι ομάδες ρίχνουν εναλλάξ τις μπάλες τους. Οι μπάλες προωθούνται με τα χέρια, τα πόδια, ή (εάν η αναπηρία του συμμετέχοντα είναι σοβαρή) με μία βοηθητική συσκευή (την ράμπα). Στο τέλος του κάθε γύρου (set), ο διαιτητής μετράει την απόσταση που έχουν οι μπάλες των ομάδων από την Jack και δίνει ένα βαθμό για κάθε μπάλα που είναι πιο κοντά σε αυτή (την Jack) από τη κοντινότερη μπάλα του αντιπάλου. Η ομάδα ή παίκτης με την υψηλότερη βαθμολογία είναι ο νικητής στο τέλος του αγώνα.
Ο αριθμός των set και οι μπάλες που έχει στη διάθεσή της κάθε ομάδα εξαρτώνται από των αριθμό των συμμετεχόντων. Στο ατομικό παιχνίδι υπάρχουν 4 set, και ο κάθε παίκτης έχει στη διάθεσή του 6 μπάλες. Στο παιχνίδι με ζευγάρια, τα set παραμένουν τέσσερα ενώ ο κάθε παίκτης έχει στη διάθεσή του 3 μπάλες ανά set. Όταν αγωνίζονται ομάδες των τριών, το παιχνίδι αποτελείται από έξι set, ενώ κάθε παίκτης έχει στη διάθεσή του 2 μπάλες.
Για να μπορούν να αγωνιστούν στο Boccia, οι αθλητές πρέπει να είναι ανάπηροι ως αποτέλεσμα εγκεφαλικής παράλυσης, ή άλλης νευρολογικής διαταραχής, όπως η μυϊκή δυστροφία. Οι παίκτες εξετάζονται (classification) ώστε να διαπιστωθεί το μέγεθος της αναπηρίας τους και να καταταγούν στην αντίστοιχη τάξη που θα τους επιτρέψει να αγωνιστούν απέναντι σε αθλητές με παρόμοιες φυσικές ικανότητες.
πηγή: http://www.bocciahellas.gr/home/index.php/park-blog.html